Η ρευστότητα των ιδρυτών επιτρέπει στους ιδρυτές να πωλούν μετοχές κατά τη διάρκεια των γύρων χρηματοδότησης, εξασφαλίζοντας προσωπική οικονομική σταθερότητα, κάτι που αλλάζει σημαντικά το τοπίο του κινδύνου σε σύγκριση με τους πρώιμους υπαλλήλους.
Η πρακτική της ρευστότητας του ιδρυτή συχνά διατηρείται μυστική για να διατηρηθεί η εικόνα ενός πλήρως αφοσιωμένου ιδρυτή, προσελκύοντας κορυφαία ταλέντα που είναι πρόθυμα να εργαστούν για λιγότερα σε αντάλλαγμα μετοχών.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει τη διαφάνεια στη ρευστότητα των ιδρυτών, προτείνοντας ότι κάθε νέος γύρος χρηματοδότησης θα πρέπει να αποκαλύπτει αν οι ιδρυτές έλαβαν ρευστότητα, προκειμένου να εξισορροπηθεί ο κίνδυνος και η αποζημίωση για τους πρώιμους υπαλλήλους.
Το κείμενο αναφέρεται στους οικονομικούς κινδύνους και τις πιθανές μετανιώσεις για τους ιδρυτές και τους υπαλλήλους που πωλούν μετοχές νωρίς σε μια νεοφυή επιχείρηση, υπογραμμίζοντας τη σημαντική διαφορά στην αξία αν η νεοφυής επιχείρηση επιτύχει αργότερα.
Δίνει έμφαση στη σημασία της κατανόησης των οικονομικών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των ευκαιριακών κόστους, της πώλησης μετοχών σε σύγκριση με την κατοχή τους, και προτείνει τη χρήση των μετοχών ως εγγύηση για δάνεια ως εναλλακτική λύση.
Το κείμενο ασκεί κριτική στο οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων για το γεγονός ότι συχνά παραπλανούν τους εργαζομένους σχετικά με την αξία των μετοχών, υποστηρίζοντας ότι οι πρώτοι εργαζόμενοι συχνά λαμβάνουν χειρότερη συμφωνία σε σύγκριση με τους ιδρυτές και ότι η χρηματοοικονομική παιδεία είναι κρίσιμη για τη λήψη ενημερωμένων αποφάσεων.